Κυριακή 25 Μαρτίου 2012
Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2010
Αγαπώ τη δυσλεξια σου
.
Αρώματα από μνήμες και στη μέση το Αιγαίο.
Αγάπες, Έρωτες, που ξοδεύτηκαν στου Χρόνου το Παζάρι.
Ο Άγγελος, η Ελβίρα, ο Μανούσος, η Αϊσέ και μία χούφτα όνειρα βαπτισμένα στους αφρούς των κυμάτων.
Αθήνα, Χίος, Τσεσμές, ένα τσιγάρο δρόμος η ζωή και οι καρδιές... δυο δάκρυα και κάτι.
Τις νύχτες ο θαλασσινός αγέρας φέρνει φωνές, λόγια πρωτάκουστα, και μουσικές απ' τα παλιά. Κι αρχίζουν οι ψυχές να ξεπορτίζουν, αναζητώντας απαντήσεις σε ερωτήματα που κρύβονται στη Λήθη: «Πώς ορίζεται ο απέναντι;» «Στα πόσα μίλια βγαίνουν λαθραίες οι πεθυμιές;» «Πού αρχίζουν άραγε, οι φράχτες με τα σύνορα του Πόθου;»
Είναι περίεργα τα βράδια στο Αιγαίο. Στιγμές στιγμές, μπερδεύεσαι αν σου μιλάνε προτομές ή ζωντανοί. Ακούς ψιθύρους απ' το στόμα του Κοραή, τον πόνο απ' τα χείλη του Αγγουλέ, χαχανητά απ’ του Σουρή τις αιχμηρές διαμαρτυρίες. Κι άλλοτε φθάνουν στ’ αυτιά σου οι λυγμοί της Αϊσέ και το φτερούγισμα των γλάρων που ονειρεύτηκαν ελεύθεροι να ζούνε...
Τρίτη 15 Ιουλίου 2008
ΠΕΘΑΝΑ.....αλλά σας βλέπω
ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΟ
ΟΤΑΝ τα όνειρα καταλαγιάζουν οι αισθήσεις διαμαρτύρονται. Τότε, οι αναμνήσεις στασιάζουν και οι ανικανοποίητοι πόθοι σχηματίζουν χορευτικούς κύκλους ποδοπατώντας όρια και αντοχές.
Στα κλειστά μάτια του Αλέξανδρου Αιγινήτη το σκοτάδι μετατρέπεται σε καλειδοσκόπιο χρωματίζοντας το φευγιό του.
Είναι η ώρα που η σταματημένη του καρδιά εξαργυρώνει τους επιπλέον παλμούς που της οφείλουν τα βιώματα μις έμφοβης ζωής.Νιώθει και πάλι παίκτης στη ρουλέτα της μοίρας, ποντάροντας όμως τώρα, επιλεκτικά, μήπως και συμμαχήσει με το ανυπότακτο ε'ίδωλό του στον καθρεύτη μιας προωτόγνωρης απελευθέρωσης.
Η ρήξη του με το Θείον , το Χρόνο και τη Φθορά μετουσιώνεται στην πιο γλυκιά ορμή.Ισχυρ'η αδρεναλίνη διοαποτίζει τους διανοητικούς του θύλακες και τον υποχρεώνει να ουρλιάξει απ΄τα κατάβαθα της σιωπής του:
Zωή...δος μου το φιλί σου.Απόψε θέλω να ζήσω, έστω κι νεα λεπτό ακόμα, μονάχα μια στιγμή, να λυτρωθώ στο εμβαδόν της ύπαρξης μου.
Κι εκείνη...του δροσίζει τα χείλη με μια γεύση απο χαμένες πεθυμιές.Ύστερα χάνεται αθόρυβα, αφήνοντας πίσω της αρώματα από μνήμες.
Κυριακή 8 Ιουνίου 2008
Το δάκρυ του Μουτζούρη
Εκδόσεις Νίκας – Ελληνική Παιδεία 2008
«Ποιο φάντασμα είσαι εσύ» ρώτησα τη φωνή.
«Είμαι η ψυχή της μηχανής, που τριάντα οχτώ ολόκληρα χρόνια δεν με επισκέφθηκε κανένας από τότε που κάναμε το ταξίδι παρέα.
Πέμπτη 18 Μαΐου 2006
Η καρδιά του Δότη
Τρίτη 8 Φεβρουαρίου 2000
Πρόστυχο Φεγγάρι
Νουβέλα. Εκδόσεις Διάττων 2000
Είναι τόσο όμορφο Γιώργο ν αλλάζεις παραστάσεις.
Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου 1996
Θεωρείο στην Κόλαση
Εκδόσεις Δωδώνη 1996
Αδυναμία
Μ΄ ένα Θεό
ζωγραφισμένο σ ένα τρούλο
κοιταχτήκαμε.
Εγώ για να προσευχηθώ
Αυτός για να μ΄ ακούσει.
Βοήθησέ με, τον ικέτεψα,
εργάζομαι σκληρά
κι από το μόχθο τον πολύ
ποτέ μου δεν ησύχασα.
Μια λέξη σου,
για μένα ας ακούσω,
μια λέξη σου, μονάχα μία λέξη.
Και…ω…το θαύμα του Θεού…
μ΄ απάντησε με φράση.
«Σώσε και μένα τέκνο μου απ΄ την ακινησία»
Τρίτη 8 Φεβρουαρίου 1994
Επικηρυγμένη Αίσθηση
Ποίηση Εκδόσεις Θουκυδίδης 1994
Στα λάθη μου
Εκεί τους συναντάς
Στις γαμήλιες τελετές
δεν συναντάς ποιητές,
μόνο
τα άδεια ποτήρια τους
με τα χτικιασμένα τους πρόσωπα
ζωγραφισμένα στον πάτο
και τα αρρωστημένα τους χειρόγραφα
να ποδοπατούνται
από χορευτικούς κύκλους.
Στις χρεωκοπημένες νύχτες
εκεί τους συναντάς
άυλους, αόρατους, μεταλλαγμένους,
να διέρχονται
σαν εμβατήρια ψυχεδέλειας
την σκουριασμένη υπόσταση
ενός φωνογράφου.
Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 1993
Τα φώτα της Πόρσε
Εκδόσεις Θουκυδίδης 1993
Σ αυτούς που δεν γελάσανε ποτέ
Τα μάτια του είχανε τιναχτεί έξω από τις κόγχες.
Ξεροκατάπινε συνέχεια.
Και τα δόντια του χτυπούσανε από το τρέμουλο με ιλιγγιώδη ταχύτητα.
Μπροστά του άρχισαν να σχηματίζονται θολές φιγούρες.
Έβλεπε την κόκκινη Πόρσε με τα πετάλια και το Σπύρο στη θέση του οδηγού, να χαμογελά ειρωνικά.
Άκουγε φωνές να του τρυπούνε το τύμπανο: «Έλα γιε της πλύστρας, σπρώξε, πρόσεχε ηλίθιε! Θα μου το χαλάσεις!
Έλα, ω, ω τι ωραία που τρέχει το αμαξάκι μου!
Εμπρός, χαζέ, σπρώξε κι άλλο, είσαι ο δούλος μου!»
Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 1991
Aντικέρ Ιδεών
Εκδόσεις Ειρήνη 1991
Σε όλους εκείνους που αναζητούν την αίσθηση της χαμένης τους ελευθερίας
Έφηβοι Άνεμοι
Τους έφηβους ανέμους μη φοβάσαι.
Ταξιδιάρηδες είναι και θα φύγουν.
Κείνους τους γερασμένους
που λουφάζουν στην αυλή μας να φοβάσαι.
Πρέπει ν αποδείξουν πως αντέχουν ακόμα
να σφυρίζουν, να φυσούν, να ξεριζώνουν.
Τους έφηβους ανέμους μη φοβάσαι.
Το πέλαγο βυζαίνει τα όνειρά τους
και θα φύγουν.
Κείνους τους γερασμένους να φοβάσαι
με τη βραχνή φωνή,
που τις πένθιμες νότες τους
χαρίζουν τις νύχτες στα λιμάνια,
κρυμμένοι πίσω από τις προκυμαίες,
ονειροπόλοι εραστές
μιας μακρινής στεριάς.